«Tὴ γλῶσσα μοῦ ἔδωσαν ἑλληνική· τὸ σπίτι φτωχικὸ στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου. Μονάχη ἔγνοια ἡ γλῶσσα μου στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου.» (Ὀδυσσέας Ἐλύτης, «Ἄξιον ἐστί»)

Σελίδες Πατριδογνωσίας - Περικλῆς Γιαννόπουλος - Ἡ Ἑλλὰς τοῦ ΟΧΙ - Ἀντίβαρο - Πολυτονικό

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010

Ἀπὸ ἀλλοῦ

Διαβάζω τὸ δίφυλλο τῆς «Καθημερινῆς» τῆς 29ης Ὀκτωβρίου 1940 (ἐμπεριέχεται ἀνατυπωμένο στὸ σημερινὸ φύλλο (24-10-2010) τῆς ἐφημερίδος). Μιὰ περίεργη αἴσθησις μὲ ἀνατριχιάζει· δὲν ξέρω γιατί. Καὶ ἔξαφνα τὸ συνειδητοποιῶ μὲ τρόμο: Δὲν πρόκειται ἁπλῶς γιὰ μιὰ ἄλλη ἐφημερίδα ποὺ περιέργως ἔχει τὸν ἴδιο τίτλο μὲ τὴν σημερινή· πρόκειται γιὰ μιὰ ἄλλη χώρα, ποὺ κατοικεῖται ἀπὸ ἄλλους ἀνθρώπους, ποὺ μιλοῦν μιὰ ἄλλη γλῶσσα.


70 μόλις χρόνια· οἱ πατεράδες καὶ οἱ παπποῦδες μας ἔχουν ζωντανὲς μνῆμες. Καὶ ὅμως. Αὐτὴ ἡ Ἑλλάδα πρέπει νὰ βρίσκεται σὲ ἕνα ἄλλο, παράλληλο σύμπαν· σὲ ἕνα σύμπαν τοῦ ὀνειρόκοσμου. Τὰ κείμενα, οἱ φωτογραφίες, ἡ γῆ καὶ τὰ κειμήλια, ἁπτά, ὑλικά· τὰ ὀνόματα, ἀκόμη κι οἱ ἄνθρωποι, πολλοὶ ἀκόμη, ζωντανοί. Δικά μας, δίπλα μας, οἰκεῖα· καὶ ξένα μαζί· ἀπὸ ἀλλοῦ. Ἀπὸ ἕναν κόσμο ποὺ κάποτε ἦταν ὁ δικός μας. Καὶ ξάφνου ἀπομακρύνεται, μὲς στὴν ἀχλὺ ποὺ πυκνώνει τοῦ μύθου, κι οἱ πύλες τοῦ παράλληλου αὐτοῦ σύμπαντος τῆς ὀνειροχώρας κλείνουν. Τὸ ΟΧΙ χάνεται, μέσα στοὺς θρύλους τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνος, τοῦ Εἰκοσιένα, καὶ τὴν ἀπόμακρη, ἀρχαία ἠχὼ ἀπὸ τοὺς παφλασμοὺς τῶν κουπιῶν στὰ κύματα τῆς Σαλαμῖνος καὶ τὴν κλαγγὴ τῶν ἀσπίδων καὶ τῶν δοράτων στὸν Μαραθῶνα...

«Αἱ ἰταλικαὶ στρατιωτικαὶ δυνάμεις προσβάλλουσιν ἀπὸ τῆς 05:30 ὥρας τῆς σήμερον τὰ ἡμέτερα τμήματα προκαλύψεως τῆς Ἑλληνοαλβανικῆς Μεθορίου. Αἱ ἡμέτεραι δυνάμεις ἀμύνονται τοῦ Πατρίου ἐδάφους.»

Ἀνατριχιάζω. Ὁ ἑλληνισμὸς ὅλος ἐγείρεται. Οἱ ψυχὲς φλέγονται.

Καὶ ἔξαφνα, μιὰ ἐνοχλητική, χυδαία φωνὴ μὲ ἐπαναφέρει στὸ βάρβαρο ἐδῶ: «Μαζὶ τὰ φάγαμε.»

Πόσο θὰ ἤθελα μιὰ μέρα νὰ ξυπνήσω σ᾿ ἐκεῖνο τὸ πρωϊνό!

Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010

Αἱ ἀγγλικαὶ ἀνοσιουργίαι (ἤ, ἰδέες γιὰ τὸ ΔΝΤ)

Βλέποντας στὸ olympia.gr τὸ βίντεο μὲ τὸν καθηγητὴ τοῦ πανεπιστημίου Κρήτης Νότη Μαριᾶ νὰ ἰσχυρίζεται ὅτι, σύμφωνα με τοὺς ὅρους τοῦ μνημονίου, οἱ διεθνεῖς τοκογλύφοι μποροῦν, σὲ περίπτωσι μὴ συμμορφώσεως τῆς Ἑλλάδος νὰ κατασχέσουν ἀκόμη καὶ τὸν πολεμικὸ στόλο, ἀκόμη καὶ τὴν Ἀκρόπολι, ἔ, ἀνεφώνησα, καὶ ἡ ὑπερβολὴ ἔχει ὅρια!

Περιπλανώμενος ὅμως στὰ τεραμπάιτ τῶν σκληρῶν μου δίσκων, ἔπεσε στὴν προσοχή μου ἕνα καταπληκτικὸ κείμενο. Καὶ διεπίστωσα, ὅτι, μπορεῖ ἐνδεχομένως ὁ κ. Μαριᾶς νὰ ὑπερβάλλῃ, ἀλλὰ οἰ εὐγενεῖς προστάτες δὲν θὰ ἐδίσταζαν ὄχι μόνον τὴν Ἀκρόπολι -αὐτήν, ὡς γνωστόν, τὴν οἰκειοποιοῦνται καὶ χωρὶς νὰ χρωστοῦμε τίποτε· ἀρκεῖ ποὺ εἶναι «φιλότεχνοι» καὶ νοιάζονται γιὰ τὴν «πολιτιστικὴ κληρονομιὰ τῆς ἀνθρωπότητος»- ἀλλὰ καὶ τὸν στόλο νὰ κατασχέσουν. Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, τὸ ἔχουν ἤδη κάνει.

ΑΙ ΑΓΓΛΙΚΑΙ ΑΝΟΣΙΟΥΡΓΙΑΙ

ὑπὸ Ἀλεξάνδρου Σούτσου
Ἐν Ἀθήναις, τύποις Νικολάου Ἀγγελίδου, 1850



Πρόκειται γιὰ ἕνα φλογερὸ κείμενο τοῦ Ἀλεξάνδρου Σούτσου, ὑψηλῆς ρητορικῆς, δριμὺ κατηγορῶ κατὰ τῶν Βρετανῶν, καταγγελία τῆς ὠμῆς ἐπεμβάσεώς τους στὴν Ἑλλάδα μὲ ἐντολὴ τοῦ ὑπουργοῦ ἐξωτερικῶν Λόρδου Πάλμερστον (ἀπαίτησις ἐξωφρενικῶν οἰκονομικῶν ἀποζημιώσεων, ναυτικὸς ἀποκλεισμός, ἁρπαγὴ τῶν ἑλληνικῶν δημοσίων καὶ ἰδιωτικῶν πλοίων). (Ἀφορμὴ τῆς ἐπεμβάσεως ἦταν οἱ ζημιὲς στὴν περιουσία τοῦ ἑβραίου, Βρετανοῦ πολίτου, Δαυὶδ Πατσίφικο, πραγματικὴ ὅμως ἐπιδίωξις ὁ «συνετισμὸς» τῆς Ἑλλάδος καὶ ἡ ἐγκατάλειψις τῆς μεγαλοϊδεατικῆς καὶ «φιλορωσικῆς» πολιτικῆς τοῦ βασιλέως Ὄθωνος. Τὰ γεγονότα ἔμειναν στὴν Ἱστορία ὡς «Παρκερικὰ» ἢ «ὑπόθεσις Πατσίφικο».)

Λοιπόν, ὄντως οἱ βρετανοὶ ἅρπαξαν καὶ τὰ ἑλληνικὰ πλοῖα, τὰ ἔδεσαν καὶ τὰ ἔσυραν νὰ τὰ δημοπρατήσουν στὴν Μάλτα.

Ἀλλὰ ἂς θαυμάσουμε τὸν λόγο τοῦ Σούτσου. Ρητορικὴ ὑψηλοῦ ἐπιπέδου. Ἑλληνικὰ μιᾶς ἄλλης ἐποχῆς. Γλῶσσα, ἦθος, πάθος. Ἑλληνικὸς λόγος ποὺ δὲν ἀκούγεται σήμερα. Κατεβάστε καὶ διαβάσε ὁλόκληρο τὸ κείμενο ἀπὸ τὸ scribd· ἀξίζει πραγματικά. Δὲν μπορῶ ὅμως νὰ μὴν παραθέσω μερικὰ ἀποσπάσματα.

* * *

ΕΛΛΗΝΕΣ!

Τρέχουν οἱ ἅρπαγες Καρχηδόνιοι ὀπισθοδέσαντες τὰ πλοῖα τῆς Ἑλλάδος... τρέχουν, καὶ εἰς τὴν Ἑλληνικὴν θάλασσαν ἐπιπλέει ὁ ἀφρὸς τοῦ κακουργήματός των...

Ἐν ὅσῳ σώζεται εἷς Ἕλλην, θέλει ἀναφέρει καὶ εἰς τὴν ἐσχάτην του γενεὰν τὴν ἐποχὴν αὐτὴν λέγων· «ὅταν οἱ Ἄγγλοι ἅρπασαν τὰ πλοῖα.»

[Τὸ βρετανικὸν ἀνοσιούργημα.]

Ἐλπίζαμεν ὅτι, ζητοῦντες αὐτοὶ ἕν καὶ ἥμισυ ἑκατομμύριον διὰ τὸν Ἑβραῖόν των στερηθέντα εἰς Ἀθήνας τὰς δέκα μόνον δραχμὰς τῆς ζητείας του, ἤθελαν ἐπὶ τέλους διὰ δικαίας ἀφέσεως τῶν ἀπαιτήσεών των διαπραγματευθῆ γενναίως ὑπὲρ τοῦ ἔθνους ἀλλαγὴν συστήματος κυβερνητικοῦ [1]. Ἀλλ᾿ ὄχι· τὰ χρήματα τῆς πτωχῆς Ἑλλάδος ἤθελαν, καὶ τὰ χρήματα ἔλαβαν. Ὁ σωματέμπορος, μὴ δυνηθεὶς νὰ συλλάβῃ τὴν Ἑλλάδα, ἔδραξε μίαν ποδιὰν τοῦ φορέματός της καὶ εἰς τὴν Μελίτην [2] τρέχει νὰ τὴν δημοπρατήσῃ.

Ἑλλάς, ὀρθώσου ὅλη καὶ κατόπιν αὐτοῦ φεύγοντος ἔκτεινε βλέμμα μακρόν, βλέμμα μίσους ἑνὸς αἰῶνος!

[...]

Καὶ κατὰ πρῶτον ὁ Τουρκόφιλος ἅρπασε τὰ ἐθνικὰ πλοῖα, καὶ πρὸς ὄνειδος τῆς Ἑλλάδος τὰ ἐῤῥυμούλκησεν ἐνώπιον τοῦ Ἀνδρέου Μιαούλου στενάζοντος ἀπὸ τῆς σκοπιᾶς του.

Μετὰ ταῦτα αἱ λέμβοι του εἰς τοὺς λιμένας Πειραιῶς, Ὕδρας, Σπετσῶν, Ἑρμουπόλεως καὶ Πατρῶν ἔδεσαν τὰ πλοῖα τῶν ἰδιωτῶν, καὶ τὰ ἔσυραν ναυτῶν ἔρημα καθὼς οἱ νεκροθάπται ἀπάγουσι τοὺς ἀποθανόντας εἰς τὸ κοιμητήριον.

[Καὶ ἡ ἑλληνικὴ ἀπάντησις. Ἐδῶ σταματοῦν οἱ ὁμοιότητες τοῦ τότε μὲ τὸ σήμερα...]

Εἶπεν εἰς τὴν Ἑλλάδα ὁ Λόρδος Παλμερστών· «Θέλω νὰ σὲ δικάζω, νὰ σὲ καταδικάζω, νὰ ἐπιβάλλω εἰς σὲ πρόστιμα καὶ νὰ μὲ ὑπείκῃς ὡς θεραπαινίς μου· καὶ ἰδοὺ ἐμπρός σου ὁ μεγαλήτερος στόλος τῆς οἰκουμένης· ὑπάκουσε.»

Ἀντεῖπεν εἰς τὸν Λόρδον Παλμερστῶνα ἡ Ἑλλάς· «Δὲν θέλω νὰ μὲ δικάζῃς, νὰ μὲ καταδικάζῃς, νὰ ἐπιβάλλῃς εἰς ἐμὲ πρόστιμα, ἐπειδὴ βασίλισσα εἶμαι ὡς ἡ Βρεττανία σου· ἰδοὺ ἔφερες ἐμπρός μου τὸν μεγαλήτερον στόλον τῆς οἰκουμένης· ἀπόκλεισέ με, βασάνισέ με καὶ καῦσέ με.»

Ὄχι, μὰ τὰς ἱερὰς ὑμῶν σκιάς, ὄχι· δὲν σᾶς καταισχύναμεν, Ῥήγα Φεραῖε, Διάκε καὶ Ἀλέξανδρε Ὑψηλάντα, πρωτομάρτυρες βασανισθέντες!

Ὦ ἐνθουσιασμοῦ καὶ θλίψεως ἡμέραι! δεκαεπτὰ ἡμέρας ἀποκλειόμενοι, ληστευόμενοι καὶ δεχόμενοι ἀπειλὰς ἀποβάσεων, σφαγῶν καὶ διαρπαγῶν, δὲν ἐκάμφθημεν οὔτε μίαν στιγμήν, ἀλλὰ τὸν δαυλὸν τῆς Ἀνατολῆς κρατοῦντες ἐπεριμείναμεν καὶ περιμένομεν...

Οἱ Ἕλληνες αἰσθάνθημεν σήμερον εἰς τὰς φλέβας ὁποῖον φλογερὸν αἷμα καὶ κατὰ τὸ πρῶτον ἔτος τοῦ ἱεροῦ ἀγῶνος. Οἱ κρυεροὶ δάκτυλοι τοῦ ναυάρχου Παρκέρου ἔγγισαν μόλις τὴν πτέρναν τῆς Ἑλλάδος, καὶ ἡ Ἑλλὰς ἀναπηδήσασα ἔβλεψε πρὸς τὴν Θεσσαλίαν καὶ τὴν Ἤπειρον.

Ὁ χαλκέντερος Βάνδαλος, κλείσας ἡμᾶς εἰς περίβολον ὡς τῆς Ἀφρικῆς ἀνδράποδα. ἤρχισε τὰς μαστιγώσεις του· ἀλλ᾿ αἱ μαστιγώσεις του, κτυπήσασαι μόνον τὸ ἔδαφος, ἀντανακλάσθησαν εἰς τὸ πρόσωπόν του.

Καὶ ὅταν ἅπλωσε χεῖρας εἰς τῆς Ἑλλάδος τὴν χλαμύδα, τὴν ὁποίαν ἐπὶ δεκαοκτὼ ἔτη αἱ ἀκτῖνες μόνον τοῦ ἡλίου εἶχαν ἐγγίσει, ἦχος σιδήρου ἀκούσθη ἀπὸ τὸν Ταΰγετον ἕως εἰς τὸν Ὄλυμπον.

Θάῤῥος, ὦ ἀδελφοὶ Ἕλληνες, θάῤῥος! Ὑπάρχει Θεὸς εἰς τὸν οὐρανόν. Ἡ γῆ δὲν ἀφέθη εἰς τὴν τυραννίαν, καθὼς ἡ θάλασσα εἰς τὴν Βρεττανίαν. [3]

[Ἡ Μεγάλη Ἰδέα]

Πολῖται τῆς ἐλευθέρας Ἑλλάδος. ἀνδρίζεσθε! ὁ Βρεττανὸς θέλει μᾶς βιάσει νὰ γενῶμεν Ἀλέξανδροι Μακεδόνες κόπτοντες τὸν γόρδιον δεσμὸν τοῦ Ἀνατολικοῦ ζητήματος.

Εἴθε τρὶς εἴθε πάλιν ἡμεῖς οἱ σκοτεινοὶ νὰ λάμψωμεν ἀναλαμβάνοντες τὸν περὶ ὅλων ἀγῶνα, καὶ τὴν Ἑλλάδα μεταβάλλοντες ὅλην εἰς πολεμικὴν σκηνὴν μίαν, καὶ ἡμεῖς γενόμενοι ὅλοι στρατόπεδον ἕν! Εἴθε, ἀφίνοντες τὰς ἔριδας τῶν μικρῶν λόγων ν᾿ ἀναδεχθῶμεν τὴν πάλην τῶν μεγάλων ἔργων! Εἴθε, ἐφορευούσης καὶ Γαλλίας καὶ Αὐστρίας καὶ Γερμανίας ἁπάσης εἰς τὸν κατὰ Τούρκων πόλεμον ἡμῶν καὶ τῶν Ῥώσσων, ν᾿ ἀναστήσωμεν ἡμεῖς οἱ Ἕλληνες τὴν εἰς Βυζάντιον ταφεῖσαν Ἑλληνικὴν Αὐτοκρατορίαν τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου! Εἴθε, ἀνακτήσαντες τὴν ἀπὸ Εὐρώτου μέχρις Ἴστρου μεγάλην Δυτικὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν ἀπὸ Νείλου μέχρις Εὐξείνου μεγάλην Ἀνατολικὴν Ἑλλάδα τῶν προγόνων ἡμῶν Αὐτοκρατόρων, νὰ ἐγείρωμεν τρισυπόσαστον Κράτος ἔχον τρεῖς Πρωτευούσας, τὰς Ἀθήνας Καθέδραν τῶν φώτων, τὴν Κωνσταντινούπολιν Καθέδραν τῆς κυβερνήσεως καὶ τὰ Ἱεροσόλυμα Καθέδραν τῆς θρησκείας!.. Εἰς μόνην τὴν ἰδέαν αὐτήν, ὦ Ἕλληνες, τὰ δάκρυα πλημμυροῦντα σκοτίζουσι τοὺς ὀφθαλμούς μου, ἡ χείρ μου παραλύεται καὶ πίπτει ὁ κάλαμος ἀπὸ τῶν δακτύλων μου!.. [4]

[Καὶ ὁ ἐπίλογος]

Ποῦ ἦσθε σεῖς οἱ Ἄγγλοι ὅταν ἡμεῖς μετὰ τοῦ Θεμιστοκλέους ὑπὲρ τοῦ φωτισμοῦ τῆς ἀνθρωπότητος ναυμαχοῦντες ἐστρέψαμεν ὀπίσω τὴν Ἀσίαν; [5]

Αἶσχος εἰς σέ, Παλμερστών, αἶσχος! Ἔπρεπε νὰ ἰδῇς κἂν ὅτι καὶ μετὰ τόσας πρὸς αὐτὴν ἀδικίας σου ἡ Ἑλλὰς δὲν ἔπαυσε κρατοῦσα εἰς τὰς δύο χεῖράς της καὶ ἀσπαζομένη τὰς δύο λάρνακας τοῦ Βύρωνος καὶ τοῦ Ἅστιγγος.

Ἀδύνατον ἡ σοφὴ ὅλη Εὐρώπη νὰ μὴ δοξάσῃ τὸν Θεὸν διότι ἔθεσε τὰς θαλάσσας μεταξὺ αὐτῆς καὶ τῆς λαομάχου κυβερνήσεώς σου. [6]

[...]

Θεὲ τῆς Ἑλλάδος, σῶσον ἀπὸ τοῦ Παλμερστῶνος καὶ τῶν Ἄγγλων του τὰς Ἀθήνας, τὰς ὁποίας ἐφείσθησαν ὁ Ἀλαρῖκος καὶ οἱ Γότθοι του!.. Ὁ Παρθενὼν τρέμει καὶ αὐτὸς μὴν ὁ Κελτὸς Πάρκερος τὸν δέσῃ καὶ εἰς τὴν Μελίτην τὸν μεταφέρῃ. [7]

* * *

Σημειώσεις:
[1] Ὁ φαναριώτης συγγραφεὺς Ἀλέξανδρος Σοῦτσος (Κωνσταντινούπολις 1803 - Ἀθῆναι 1868) ἦταν φιλελεύθερος, καὶ ἔγινε κατήγορος καὶ τοῦ Καποδιστρίου καὶ κατόπιν τοῦ Ὄθωνος. Ἐδῶ προφανῶς ἐκφράζει ἐλπίδαν ἀνατροπῆς τοῦ Ὄθωνος ὑπὸ τῶν Ἄγγλων. Αὐτός, ὁ ἔνθερμος πατριώτης καὶ μεγαλοϊδεάτης. Ὦ τῆς τραγικῆς ἀφελείας... Καὶ τοῦ διαφεύγει τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ Ἄγγλοι, τοὺς ὁποίους κατακεραυνώνει, ἀκριβῶς γιὰ νὰ τιμωρήσουν τὸν μεγαλοϊδεατισμὸ τοῦ Ὄθωνος καὶ τὴν «ρωσόφιλη» πολιτική του ἐπενέβησαν! (Καὶ τελικῶς τὸν ἀνέτρεψαν, ἀφοῦ δὲν εἶχαν καταφέρει νὰ τὸν φρονιματίσουν οὔτε μὲ τὸ σύνταγμα τοῦ 1843, οὔτε μὲ τοὺς ναυτικοὺς ἀποκλεισμούς.) Καὶ ὅμως, ὁ Σοῦτσος προτρέπει σὲ ἀγῶνα γιὰ τὴν Μεγάλη Ἰδέα, σὲ συμμαχία μὲ τὴν Ρωσία, καταριέται τοὺς Ἄγγλους, ἀλλὰ πολεμᾷ τὸν Ὄθωνα! Ὅπως εἶχε πολεμήσει τὸν «τύραννο» Καποδίστρια, τὸν ὁποῖον πάλι ὁ ἀγγλογαλλικὸς δάκτυλος ὑπονόμευσεν (ἐὰν δὲν δολοφόνησεν). Δυστυχισμένε μου λαέ, καλὲ καὶ ἠγαπημένε, πάντοτ᾿ εὐκολοπίστευτε καὶ πάντα προδωμένε!
[2] Μελίτη· ἡ Μάλτα.
[3] Ὡραῖον ρητορικὸν σχῆμα!
[4] Τί λόγος, ἦθος, πάθος! Νὰ ἀναστήσωμεν τὴν Ἑλληνικὴν Αὐτοκρατορίαν τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου! Ἀπὸ Εὐρώτου μέχρις Ἴστρου καὶ ἀπὸ ἀπὸ Νείλου μέχρις Εὐξείνου! Ὄχι μόνον τὴν Κωνσταντινούπολι, ἀλλὰ καὶ τὰ Ἱεροσόλυμα! Μειδιᾷς, ὦ φίλε ἀναγνώστα; Οὔτε ἐγὼ τὸ ἀπέφυγα πρὸς στιγμήν. Ἀλλὰ θὰ σὲ συμβούλευα, φίλε ἀναγνώστα, νὰ μὴν μειδιᾷς. Ἡ καθημαγμένη μικρὴ Ἑλλὰς τοῦ 1850, ὑπὸ σκληρὸ ναυτικὸ ἀποκλεισμό, μὴ οὔσα ἀκόμη βεβαία οὔτε κἂν γιὰ τὴν μελλοντικὴ ὕπαρξίν της, εἶχε τὸ σθένος νὰ ὀνειρεύεται τὴν Πόλι καὶ τὰ Ἱεροσόλυμα. Καὶ νὰ πολεμήσῃ. Καὶ ἂν δὲν κατάφερε, ἀκόμη, νὰ ἐλευθερώσῃ τὴν Πόλι, πάντως νὰ καταφέρῃ πολλὰ καὶ μεγάλα. Ἐσύ, φίλε ἀναγνώστα τῆς «ἰσχυρῆς Ἑλλάδος» σκύβεις τὸ κεφάλι καὶ δέχεσαι τὴν καρπαζιὰ τῆς τρόικας καὶ τοῦ ΔΝΤ καὶ τοῦ ὀθωμανοῦ σουλτάνου καὶ τῶν πρακτόρων τοῦ ἀφελληνισμοῦ καὶ τῆς προδοσίας. Λοιπόν, μὴν μειδιᾷς.
[5] Δὲν θὰ μποροῦσε νὰ λείπῃ αὐτὸ τὸ ἐπιχείρημα ἀπὸ λόγον Ἕλληνος τῶν τελευταίων αἰώνων κατὰ Εὐρωπαίων βαρβάρων!
[6] Ἐπίσης, ὡραῖον ρητορικὸν σχῆμα!
[7] Ἀπό τὴν εἰδησεογραφία περὶ τῆς προσφάτης ἐπισκέψεως τοῦ πρωθυπουργοῦ τῆς Κίνας: «Ο κ. Γουέν Τζιαμπάο πληροφόρησε τον κ. Παπανδρέου σχετικά με την καταστροφή των παλαιών θερινών ανακτόρων έξω από το Πεκίνο (Γιουάν Μινγκ Γιουάν) από τα βρετανικά στρατεύματα, που διέταξε το 1860 ο υιός του λόρδου Έλγιν, Τζέιμς Μπρους, και τη λεηλασία σημαντικών τοιχογραφιών και άλλων θησαυρών.»