«Tὴ γλῶσσα μοῦ ἔδωσαν ἑλληνική· τὸ σπίτι φτωχικὸ στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου. Μονάχη ἔγνοια ἡ γλῶσσα μου στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου.» (Ὀδυσσέας Ἐλύτης, «Ἄξιον ἐστί»)

Σελίδες Πατριδογνωσίας - Περικλῆς Γιαννόπουλος - Ἡ Ἑλλὰς τοῦ ΟΧΙ - Ἀντίβαρο - Πολυτονικό

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2012

Δακρυόεν γελάσασα

   Εἰκόνες, φωτογραφίες, παλιὲς κιτρινισμένες σελίδες, τραγουδοῦν ἀκόμη τὴν δόξα τοῦ 1940, ἀντηχοῦν τὴν ἀντάρα τοῦ πολέμου καὶ κουβαλοῦν τὴν μυρωδιὰ τοῦ μπαρουτιοῦ, τὴν μέθη τοῦ θριάμβου καὶ τὸν πόνο τῆς συντριβῆς, τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα...
   Σὲ κάποιες ἀπ᾿ αὐτὲς στάθηκα λίγο παραπάνω. Ὅπως σὲ τούτην ἐδῶ τὴν φωτογραφία. Κάτι γνωστὸ μοῦ ἔφερε στὸν νοῦ. Κάτι γνωστὸ ἀπὸ πολὺ παλιά. Κι εἶδα ξανὰ τὸν παπποῦ Ὅμηρο νὰ τραγουδᾷ τὴν Τροία.

Ὁ Ἕλλην Στρατιώτης
(φωτ. συλλογὴ Βιβλιοθήκης τοῦ Κογκρέσσου τῶν ΗΠΑ)

   Ὣς εἰπὼν οὗ παιδὸς ὀρέξατο φαίδιμος Ἕκτωρ·
ἂψ δ᾿ ὃ πάϊς πρὸς κόλπον ἐϋζώνοιο τιθήνης
ἐκλίνθη ἰάχων πατρὸς φίλου ὄψιν ἀτυχθεὶς
ταρβήσας χαλκόν τε ἰδὲ λόφον ἱππιοχαίτην,
δεινὸν ἀπ᾿ ἀκροτάτης κόρυθος νεύοντα νοήσας.
ἐκ δ᾿ ἐγέλασσε πατήρ τε φίλος καὶ πότνια μήτηρ·
αὐτίκ᾿ ἀπὸ κρατὸς κόρυθ᾿ εἵλετο φαίδιμος Ἕκτωρ,
καὶ τὴν μὲν κατέθηκεν ἐπὶ χθονὶ παμφανόωσαν·
αὐτὰρ ὅ γ᾿ ὃν φίλον υἱὸν ἐπεὶ κύσε πῆλέ τε χερσὶν
εἶπε δ᾿ ἐπευξάμενος Διί τ᾿ ἄλλοισίν τε θεοῖσι·
   Ζεῦ ἄλλοι τε θεοὶ δότε δὴ καὶ τόνδε γενέσθαι
παῖδ᾿ ἐμὸν ὡς καὶ ἐγώ περ ἀριπρεπέα Τρώεσσιν,
ὧδε βίην τ᾿ ἀγαθόν, καὶ Ἰλίου ἶφι ἀνάσσειν·
καί ποτέ τις εἴποι πατρός γ᾿ ὅδε πολλὸν ἀμείνων
ἐκ πολέμου ἀνιόντα· φέροι δ᾿ ἔναρα βροτόεντα
κτείνας δήϊον ἄνδρα, χαρείη δὲ φρένα μήτηρ.
   Ὣς εἰπὼν ἀλόχοιο φίλης ἐν χερσὶν ἔθηκε
παῖδ᾿ ἑόν· ἣ δ᾿ ἄρα μιν κηώδεϊ δέξατο κόλπῳ
δακρυόεν γελάσασα·
   (Ὁμήρου Ἰλιάς, Ζ 466-484)

Johann H. W. Tischbein, Hektors abschied von Andromache, 1812

   Κι ὁ μικρὸς Ἀστυάναξ στὰ χέρια τοῦ Ἕκτωρος νὰ στρέφῃ τὸ κεφαλάκι του τρομαγμένος ἀπ᾿ τὴν περικεφαλαία τοῦ πατρός του μὲ τὴν φοβερὴ τὴν χαίτη. Ἔβγαλε γιὰ λίγο τὴν περικεφαλαία ὁ Ἕκτωρ, κι ἡ Ἀνδρομάχη, δακρυόεν γελάσασα, τὸν ἐπῆρε πάλι στὴν ἀγκαλιά της.

* * *

Ὑστερόγραφον.

   Διάβασα κάπου: «Δὲν σᾶς φαίνεται ἀστεῖο ποὺ ὅλες οἱ χῶρες ἑορτάζουν τὴν λῆξι τοῦ πολέμου καὶ μόνον ἡ Ἑλλάδα ἑορτάζει τὴν εἴσοδό της στὸν πόλεμο;»
   Τὸ βλέπω ὅλο καὶ συχνότερα αὐτὸ τὸ ἐρώτημα - ἕνα ἀκόμη ἀπὸ τὰ συμπτώματα τῆς παρακμῆς. Λοιπόν· ἐπανάληψις στὰ βασικά, πρὶν προχωρήσῃ ἡ κουραμπιεδοποίησις:
   ΟΧΙ, δὲν μᾶς φαίνεται ἀστεῖο, διότι γνωρίζουμε ὅτι ΒΕΒΑΙΩΣ καὶ διαφέρει ἡ Ἑλλάδα  ἀπὸ ὅλες τὶς χῶρες. Διότι ἡ Ἑλλάδα ἐδίδαξε ὅλους τοὺς λαοὺς ὅτι οἱ ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ εἶναι ΝΙΚΗ.

   «Θὰ νικήσωμεν. Ἀλλὰ διὰ τοὺς Ἕλληνας ὑπὲρ τὴν νίκην ἡ Δόξα.» (Ἰ. Μεταξᾶς, σὲ σημείωμα ποὺ ἔδωσε στὸν Γ.Α. Βλάχο)
   «Κράτος μικρὸν μὲ ἱστορίαν μεγίστην, μήτηρ θηλάσασα τὴν ὑφήλιον, φάρος λαμπροτάτου φωτός, ἡ Ἑλλάς, καταυγάσασα τοὺς αἰῶνας, ἔδωσεν εἰς ὅλην τὴν ἀνθρωπότητα ὄχι μόνον τὴν ζωήν, τὸ φῶς, τὸν πολιτισμόν, τὰ γράμματα καὶ τὰς τέχνας, ἀλλὰ καὶ τὸ παράδειγμα τῆς αὐτοθυσίας καὶ τοῦ ἡρωισμοῦ, τὴν Σαλαμῖνα, τὰς Θερμοπύλας, τὸ Ζάλογγον, τὸ Σοῦλι, τὸ Μεσολόγγι...» (Γ.Α. Βλάχος, «Τὸ στιλέτον», 29-10-1940)
   «Αὐτὸν τὸν λόγο θὰ σᾶς πῶ, δὲν ἔχω ἄλλον κανένα· μεθύστε μὲ τὸ ἀθάνατο κρασὶ τοῦ Εἰκοσιένα.» (Κωστῆς Παλαμᾶς, «Στὴ νεολαία μας», 1-11-1940)

   ΑΥΤΟ ἑορτάζουμε.

   (Περὶ τὸν πόλεμον βλέπε καὶ τὸ κείμενό μου «Ἐμφυλίου πολέμου ἐγκώμιον (ἢ "ἅμιλλα σὰν σὲ ἀθλητικὸ ἀγῶνα")».)