«Tὴ γλῶσσα μοῦ ἔδωσαν ἑλληνική· τὸ σπίτι φτωχικὸ στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου. Μονάχη ἔγνοια ἡ γλῶσσα μου στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου.» (Ὀδυσσέας Ἐλύτης, «Ἄξιον ἐστί»)

Σελίδες Πατριδογνωσίας - Περικλῆς Γιαννόπουλος - Ἡ Ἑλλὰς τοῦ ΟΧΙ - Ἀντίβαρο - Πολυτονικό
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δραγούμης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δραγούμης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2024

Τί εἶναι ἡ πατρίδα μας;

   «Τὸ νερὸ μὲ τὸ γλυκὸ τοῦ κουταλιοῦ, ἡ ἀνατολίτικη συνήθεια, καὶ ὁ καφὲς εἶναι ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες μικρὲς χαρὲς τῆς καθημερινῆς ζωῆς, καὶ ἡ πρώτη ἀπόλαψη ποὺ ἀποζητοῦμε μόλις σηκωθοῦμε ἀπὸ τὸν ὕπνο. [...] Καὶ μιὰ γλάστρα μὲ βασιλικὸ μπορεῖ νὰ συμβολίζει τὴν ψυχὴ τοῦ ἔθνους καλλίτερα ἀπὸ ἕνα δράμα τοῦ Αἰσχύλου.» 

(Ἴων Δραγούμης, «Ἑλληνικὸς Πολιτισμός», 1914)

   «Πόσες γενεὲς γυρεύανε, καὶ μεῖς, νομίζω, φάγαμε τὰ νιάτα μας γυρεύοντας τὴν περίφημη ἑλληνικὴ πραγματικότητα. Ἡ ἑλληνικὴ πραγματικότητα ἦταν μπροστά μας. Ἕνα βελόνι πεύκου.»

(Γιῶργος Σεφέρης στὸν Γιῶργο Θεοτοκᾶ, Λονδῖνο, 20 Αὐγ. 1932)

   «Μιλῶ γιὰ μιὰν ἀριστοκρατικὴ ἀντίληψι, ποὺ συμβαίνει νὰ μὴν τὴν ἔχουν διόλου οἱ ἀριστοκράτες καὶ νὰ τὴν ἔχουν μὲ τὸ παραπάνω οἱ μικροὶ πληθυσμοὶ τοῦ Ἀρχιπελάγους· οἱ κὺρ Γιάννηδες καὶ οἱ κυρα-Μαρίες, ποὺ ἐμεῖς προφτάσαμε νὰ τοὺς γνωρίσουμε -τί τύχη- μὲ τὴν ὑλικὴ παράσταση τῆς ἰδέας τους, τὸν ἀσβέστη, καὶ μὲ τὸν φωτοτροπισμὸ τῆς ψυχῆς τους, ἕνα λιοτρόπι στὸν τενεκέ.»

(Ὀδυσσέας Ἐλύτης, «Ἀναφορὰ στὸν Ἀνδρέα Ἐμπειρίκο», 1977)

   «Μιὰ νύχτα περνώντας ὁ Κολοκοτρώνης με τ᾿ ἀσκέρι του ἀπὸ τὸ μοναστήρι τῆς Βελανιδιᾶς, θέλησε νὰ στείλει μήνυμα στὸν ἡγούμενο γιὰ νὰ τοῦ ζητήσει μερικὰ καρβέλια καὶ τυριὰ γιὰ τὰ πεινασμένα παλικάρια του. Εἶπε στὸν γραμματικό του -λογιότατο τῆς ἐποχῆς- νὰ συντάξει τὸ μήνυμα. Καὶ ὁ λογιότατος γιόμισε δυὸ κατεβατὰ ἀρχαιόπρεπες ἑλληνικοῦρες. Ἔφριξε ὁ Γέρος. Ἄρπαξε ἕνα κομμάτι χαρτὶ κι ἔγραψε μὲ τὰ κολυβογράμματά του, τρεῖς λέξεις: «Γούμενε, τυρί, Κολοκοτρώνης.» Καὶ τὸ ᾿στειλε στὸ μοναστήρι μ᾿ ἕνα ἀπὸ τὰ παλικάρια του.
  »Ἀντὶ γιὰ κάποιον ὁρισμὸ τῆς Ρωμιοσύνης, προτιμῶ αὐτὴ τὴν ἁπτὴ εἰκόνα της. Μοῦ φαίνεται πιὸ ἄμεση καὶ περισσότερο ἀποδεικτική.»

(Γιώργος Διζικιρίκης, «Ἡ αἰσθητικὴ τῆς Ρωμιοσύνης: Τὸ δημοτικὸ τραγοῦδι κάτω ἀπὸ τὸ φῶς τῆς πάλης τῶν σύγχρονων ἰδεῶν», ἐκδ. Φιλιππότη, 1983)


   «Τί εἶναι ἡ αἴσθηση τῆς Ἑλλάδας γιὰ μένα μέσα ἀπὸ τὰ μικρὰ κι ἀσήμαντα ποὺ ἀγάπησα ὅπως:

– ὁ σγουρὸς βασιλικὸς σὲ ντενεκέδες φέτας ἢ ἐλαιῶν Καλαμῶν
– τὰ γεράνια σὲ πήλινες γλάστρες
– οἱ κατηφέδες, τὰ μοσχομπίζελα καὶ οἱ βιολέτες στὶς βραγιὲς
– τὸ ἁγιόκλημα καὶ τὸ γιασεμὶ στοὺς θερινοὺς κινηματογράφους
– τ’ ἁπλωμένα ἀπὸ σκοινὶ χταπόδια στὸν ἥλιο
– ἕνα ποτηράκι κεχριμπαρένια ρετσίνα κι ἕνα ἄλλο μὲ γαλακτερὸ οὖζο καὶ τὸ μεζὲ ἀπὸ μαῦρες ἐλιὲς καὶ σαρδελίτσες
– τὸ γλυκὸ τοῦ κουταλιοῦ μὲ τὸ ἀπαραίτητο ποτήρι κρύο νερὸ
– ἕνα παραθαλάσσιο κεντράκι μὲ καλαμωτὴ γιὰ σκέπαστρο καὶ καρὼ τραπεζομάντηλα, ψάθινες καρέκλες καὶ γιρλάντες ἀπὸ λαμπιόνια
– τὸ πράσινο ἢ μπλὲ σιδερένιο, στρογγυλὸ τραπεζάκι καφενὲ μὲ τὰ τρία καμπυλωτὰ πόδια
– ἡ κρύα βυσσινάδα, ἡ σουμάδα καὶ τὸ ὑποβρύχιο ποὺ προσφέρεται σὲ κουταλάκι, βυθισμένο σ’ ἕνα ποτήρι μὲ νερὸ
– τὸ ἀπογευματινὸ καφεδάκι μετὰ τὸν μεσημεριανὸ ὑπνάκο
– οἱ ἀσβεστωμένες πεζοῦλες πλάι στὰ κατώφλια τῶν αἰγαιοπελαγίτικων σπιτιῶν, οἱ ἀσβεστωμένοι τοῖχοι καὶ κορμοὶ τῶν φυστικόδεντρων καὶ τῶν συκιῶν
– τὸ νησιώτικο λιθόστρωτο μὲ τοὺς ἀσβεστωμένους ἁρμοὺς
– ἕνα ταπεινὸ βυζαντινὸ ξωκλήσι σὲ κάποια μανιάτικη, πετροσπαρμένη πλαγιὰ τοῦ Ταΰγετου
– οἱ ἔγχρωμες χάρτινες εἰκονίτσες τῶν ἁγίων τῆς ὀρθοδοξίας, ποὺ μοιράζουν τὰ κατηχητικὰ σχολεῖα, καὶ τὰ φτηνὰ εἰκονίσματα μὲ λιθογραφημένους τοὺς ἁγίους μὲ γλυκερὰ χρώματα καὶ δυτικότροπη σύλληψη, μὲ τὶς τενεκεδένιες κορνίζες ποὺ τόσο εὔκολα σκουριάζουν ἢ τὶς κορνίζες μὲ τὰ κολλημένα τριανταφυλλιὰ κοχυλάκια
– οἱ ξερολιθιὲς ποὺ αὐλακώνουν ὅλες τὶς ράχες, ἀκολουθώντας τὸ ἀνάγλυφο τοῦ τοπίου καὶ τὰ ἀπίθανα, ταπεινὰ βότανα ποὺ κάνουν νὰ εὐωδιάζουν ἀπὸ μακριὰ τὰ ξερονήσια μας
– τὸ θυμάρι, ἡ ρίγανη, τὸ δίκταμο, τὸ φασκόμηλο, τὸ φλησκούνι, τὸ μάραθο, τὸ κρίταμο, τὸ γλυκάνισο, ὁ δυόσμος, τὸ ἄνηθο, ὁ μαϊντανός, τὸ σινάπι, ἡ κάπαρη, τ’ ἀμάραντο, κάθε ἀγριοβότανο
– οἱ πικροδάφνες, οἱ λυγαριές, τὸ δεντρολίβανο, οἱ ἀσφόδελοι
– τὰ κάθε λογῆς ἀγριολούλουδα τὴν ἄνοιξη στοὺς ἀγροὺς μὲ τὰ λιόδεντρα
– ἕνα χωράφι μὲ παπαροῦνες
– τὰ σχοῖνα, οἱ ἀφάνες, τὰ ξεράγκαθα, οἱ πατουλιές, τὰ πουρνάρια, τὰ φρύγανα, ὁ φλόμος, οἱ ἀσφάκες, οἱ λαδανιές, οἱ ψυλλῆθρες, οἱ κουμαριές, τὰ ρείκια, τὰ σπάρτα
– οἱ χαρουπιές, τὰ ροζιασμένα λιόδεντρα, οἱ ἀχαμνές, στριφτόκορμες συκιές, οἱ κουτσουπιὲς
– τὰ βαθυπράσινα κυπαρίσια ποὺ λογχίζουν τὸν οὐρανὸ μέσ’ ἀπὸ τοὺς ἐλαιῶνες καὶ τοὺς κάμπους μὲ τὶς λεμονιές, τὶς πορτοκαλιὲς καὶ τὶς μανταρινιὲς
– ὁ κυματισμὸς τῆς στεριᾶς μὲ τὰ λοφάκια, τοὺς λόφους, τὰ πετροβούνια καὶ τὰ ὄρη, τοὺς γήλοφους, τὰ ξεροβούνια, τὰ ρεβένια
– τὰ λαγγάδια, οἱ κάμποι, τὰ λιβάδια, τὰ κατσάβραχα
– τὰ βάραθρα, οἱ ρεματιές, οἱ βούθουλες, οἱ ποταμιές, τὰ ρυάκια, οἱ νεροσυρμές, οἱ ἀκροποταμιές, οἱ ξεροπόταμοι, οἱ χείμαρροι
– οἱ λόγγοι, οἱ δρόγγοι, τὰ δασοτόπια, οἱ πευκιάδες, τὰ στροφίλια, τὰ ἐλατοτόπια, τὰ ξέφωτα
– τὰ φωτολουσμένα βραχοβούνια, τὰ καψαλισμένα, φωτοπερίχυτα ξερονήσια, τὰ θαλασσοδαρμένα γλαρονήσια
– ἡ θάλασσα, τὸ ἀνοιχτὸ πέλαγος, τὸ θαλασσάκι, ἡ φουσκοθαλασσιά, ἡ ἀποθαλασσιά, ἡ ἀγανάδα, ἡ θαλασσίλα, οἱ φυκιάδες, τὸ ἀντιμάμαλο, τὰ ρηχονέρια, ὁ γιαλός, τὸ περιγιάλι, τὸ ἀκροθαλάσσι
– οἱ ἀνεμοδαρμένοι κάβοι, τὰ ὀρθολίθια, τὰ θαλασσοβράχια, οἱ βραχοσπηλιές, οἱ σκόπελοι, οἱ πλάκες, οἱ ἀμμοῦδες, οἱ ἀποχές, τὸ ἀμμοχάλικο, τὰ βότσαλα, τὰ χοχλάκια, οἱ κροκάλες
– ὁ φλοῖσβος, ὁ ζέφυρος, τὸ μελτέμι, ἡ αὔρα»

(Φοῖβος Πιομπῖνος, «Σκόρπιες σκέψεις πάνω στὴν ἑλληνικὴ γραμμή», Ἀθήνα 2016· μιὰ πρώτη ἐκδοχὴ τοῦ κειμένου τοῦ βιβλίου δημοσιεύθηκε ἀπὸ τὸν συγγραφέα στὸ ἱστολόγιό του, ΦΟΙΒΟΣ Ι. ΠΙΟΜΠΙΝΟΣ.)

Τί εἶναι ἡ πατρίδα μας

Τί εἶναι ἡ πατρίδα μας; Μὴν εἶν᾿ οἱ κάμποι;
Μὴν εἶναι τ᾿ ἄσπαρτα ψηλὰ βουνά;
Μὴν εἶναι ὁ ἥλιος της, ποὺ χρυσολάμπει;
Μὴν εἶναι τ᾿ ἄστρα της τὰ φωτεινά;

Μὴν εἶναι κάθε της ρηχὸ ἀκρογιάλι
καὶ κάθε χώρα της μὲ τὰ χωριά;
κάθε νησάκι της ποὺ ἀχνὰ προβάλλει,
κάθε της θάλασσα, κάθε στεριά;

Μὴν εἶναι τάχατε τὰ ἐρειπωμένα
ἀρχαία μνημεῖα της χρυσὴ στολή,
ποὺ ἡ τέχνη ἐφόρεσε καὶ τὸ καθένα
μία δόξα ἀθάνατη ἀντιλαλεῖ;

Ὅλα πατρίδα μας! Κι αὐτὰ κι ἐκεῖνα,
καὶ κάτι πού ᾿χουμε μὲς τὴν καρδιὰ
καὶ λάμπει ἀθώρητο σὰν ἥλιου ἀχτίνα
καὶ κράζει μέσα μας: Ἐμπρὸς παιδιά!

(Ἰωάννης Πολέμης)

Λέξεις-κλειδιά: Πατριδογνωσία

Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2013

Λάμπει τὸ μέτωπό μου ὁλόδροσο...

   «Ξαναγύρισε στὰ βράχια καὶ εἶδε πάλι τὴ βαθειά, τὴ σκοτεινὴ τὴ θάλασσα. Μὰ ὁ ἥλιος εἶχε φύγει καὶ ἡ νύχτα κατέβαινε μὲ τὰ πένθιμά της χρώματα. Δὲν ἄκουγε ἄλλο παρὰ τὸ σφύριγμα τοῦ ἀέρα καὶ τ᾿ ἄγρια ξεφωνητὰ τῶν γλάρων. Καὶ κεῖ ἔμεινε ὄρθιος καὶ μόνος. [...] Τί ἀπέραντος ποὺ εἶναι ὁ ὀρίζοντας καὶ τί μικρὸς ὁ ἄνθρωπος ποὺ τὸν εἶδεν ὅλον μὲ μιὰ ματιά. Καὶ κείνη ἡ ἀπέραντη θάλασσα τί εὔκολα ποὺ μποροῦσε νὰ πνίξῃ τοῦτο τὸ μικροκαμωμένο κορμί, ποὺ ἦταν τόσο κοντά της. Καὶ ὅμως αὐτὸ τὸ κορμὶ τὴν ἔβλεπε ὅλη μὲ μιὰ ματιά. Αὐτὸ τὸ κορμὶ εἶχε ψυχὴ ποὺ ἔπρεπε νὰ κάμη κάτι στὸν κόσμο.»

Ἴων Δραγούμης
   Ὁ Ἴων Δραγούμης, ψηλὰ στὸν βράχο τοῦ Σουνίου, ἀγναντεύοντας τὸ πέλαγος. [1] Νέος καὶ ἀκαταστάλαχτος ἀκόμη, μαχόμενος μὲ τὰ πάντα, ἀμφισβητώντας τὰ πάντα, τὸν κόσμο, τὴν φύσι ἀκόμη, πρὸ πάντων τὸν ἑαυτό του. Μὰ μὲ φρόνημα γενναῖο. Νὰ κοιτᾷ τὴν ἄβυσσο, σὰν τὸν Φρειδερίκο Νίτσε, μὰ νὰ μὴν λιποψυχᾷ.
   «Ὄρθιος καὶ μόνος.» Κι ὁ ἄνεμος βοᾷ. «Καὶ ἡ ὀργὴ τοῦ μεγαλείου εἶναι ἄνεμος ποὺ τρελαίνει τὰ ἀκρωτήρια», σημειώνει ὁ Δημήτρης Λιαντίνης. [2]
   «Καὶ ὅμως αὐτὸ τὸ κορμὶ τὴν ἔβλεπε ὅλη μὲ μιὰ ματιά.»

   Εικών, ὁ ἐμβληματικὸς πίνακας τοῦ γερμανικοῦ ρομαντισμοῦ, ἀπὸ τὸν Κάσπαρ Δαυὶδ Φρήντριχ.

Caspar David Friedrich, Der wanderer über dem nebelmeer
[Περιπλανώμενος ἐπάνω ἀπὸ τὴν θάλασσα τῆς ὀμίχλης], 1818

    «Τὸ ὡραῖο δὲν εἶναι παρὰ ἡ ἀρχὴ τοῦ τρομεροῦ, ποὺ μόλις καὶ τὴν ἀντέχουμε, κι ἂν τὸ θαυμάζουμε τόσο, εἶναι ποὺ ἀτάραχα δὲν καταδέχεται νὰ μᾶς συντρίψει. Εἶναι τρομερὸς κάθε ἄγγελος.» (Ράινερ Μαρία Ρίλκε) [3]

* * *

   Μιὰ μόνον εἰκόνα θὰ μποροῦσα νὰ θεωρήσω ἀνώτερη (καὶ ἴσως αὐθεντικότερα ἑλληνική). Αὐτὴν τοῦ ἀρχαϊκοῦ κούρου ποὺ ἀναδύεται μέσα ἀπὸ τὰ γαλανὰ νερὰ τῆς ἡλιόλουστης Μεσογείου, ὄχι μαχόμενος μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν φύσι, ἀλλὰ ἕνα μὲ τὴν φύσι, σφύζοντας ἀπὸ τοὺς χυμούς της καὶ γευόμενος τὴν ζωή. [4]
Λάμπει τὸ μέτωπό μου ὁλόδροσο,
στὸ βασίλεμα σειέται ἀνοιξιάτικο
βαθιὰ τὸ κορμί μου.
Βλέπω γύρα. Τὸ Ἰόνιο,
καὶ ἡ ἐλεύθερη γῆ μου!

Ἄγγελος Σικελιανός
   «Κάθε ἑλληνικὸ σπίτι ἔπρεπε νὰ διαθέτει δίπλα στὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ ἀντίδωρο τοῦτο τοῦ Σικελιανοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ἀκατάφθορη σάρκα τῆς θεωμένης ἑλληνικῆς φύσεως», θὰ γράψῃ γιὰ τοὺς στίχους αὐτοὺς ὁ Χρῆστος Μαλεβίτσης, ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ τῆς συμπληρώσεως ὀγδόντα χρόνων ἀπὸ τὴν ἔκδοσι τοῦ «Ἀλαφροΐσκιωτου» [5]. Καὶ θὰ προσθέσῃ:
   «Διότι ἐκεῖνο ποὺ προέχει εἶναι τὸ ἀνοιξιάτικο κορμὶ τοῦ ἐφήβου τῶν εἴκοσι δύο ἐτῶν, ποὺ ἔγραψε τούτους τοὺς ἀστρώους στίχους. Πράγματι, εἶναι γεγονὸς ποὺ ἀφορᾶ ὁλόκληρο τὸν Ἑλληνισμό, ἡ ἀνάδυση, ἀπὸ τὰ γαλανὰ νερὰ τοῦ Ἰονίου τούτου τοῦ ἀρχαϊκοῦ Κούρου, ποὺ στὸν ἀνθὸ τῆς νιότης του ἄνοιξε τὸ στόμα του καὶ μὲ θεόδοτο λόγο μᾶς χάρισε τὸ ρῖγος τῆς κοσμικῆς μας παρουσίας, λησμονημένης ἀπὸ χιλιετίες. Ἀκριβῶς περὶ αὐτοῦ πρόκειται: περὶ τοῦ κοσμικοῦ ρίγους, ποὺ μόνον ἕνα ἀνοιξιάτικο κορμὶ μπορεῖ νὰ νιώσει μέσα στοὺς γηρασμένους καιρούς μας. Ἡ φύτρα αὐτοῦ τοῦ βλαστοῦ ἔρχεται ἀπὸ πολὺ βαθιά, ὥστε νὰ μὴ μποροῦμε στὸ τέλος νὰ τὸν κατανοήσουμε. Ἕνας ἀρχαϊκὸς Ὀρφέας, ξεστρατισμένος στοὺς πολύπαθους δρόμους τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, προξενεῖ θαυμασμὸ καὶ κατάπληξη.»

   Εἰκών, ὁ κοῦρος τοῦ Ὀδυσσέα Ἐλύτη. (Εἰς τὸ Σούνιον, ἐὰν δὲν κάνω λάθος - καὶ ἔτσι ἐπανερχόμεθα στὴν πρώτη ἀναφορά!)

Κοῦρος, τοῦ Ὀδυσσέα Ἐλύτη

* * *

   Ὁ Ἄγγελος Σικελιανός, στὴν ὁμιλία του ὑπὸ τὸν τίτλον «Πὰν ὁ Μέγας», στὶς 19-2-1909, ἀντιτάσσει στὴν «Γέννησι τῆς Τραγωδίας» τοῦ Φρειδερίκου Νίτσε, στὸν Διόνυσο τοῦ πάθους καὶ στὸν νύκτιο τρόμο, τὴν «Πανικὴ ἀποκάλυψι» καὶ νικητήριο χαρὰ τῆς «μεσημβριάζουσας καὶ λιοκρουσμένης» ἑλληνικῆς ψυχῆς, πού, κατὰ τὴν δημοτικὴ μούσα, «ἔχει τὸν ἥλιο πρόσωπο καὶ τὸ φεγγάρι στήθη». [6]

* * *

Σημειώσεις:
[1] Ἴων Δραγούμης, «Τὸ μονοπάτι», 1902, ἔκδ. 1925, ἐπανέκδ. Νέα Θέσις, 1992, σελ. 36-37.

[2] Δημήτρης Λιαντίνης, «Τὰ ἑλληνικά», Βιβλιογονία, 1999, ISBN 960-7088-05-0, σελ. 84· μὲ παραπομπὴ στὸν Νίτσε (σελ. 177): «Nietzsche F., 2, 1133: Ὑπάρχει κάτι ποὺ ἐγὼ τὸ ὀνομάζω ὀργὴ τοῦ Μεγάλου = Es gibt etwas, das ich die rancune des Grossen nenne».

[3] Rainer Maria Rilke, «Οἱ ἐλεγεῖες τοῦ Ντουίνο», δίγλωσση ἔκδοσις, μετάφρασις-σημειώσεις-σχόλια Σωτήρης Σελαβῆς, Περισπωμένη, 2011, ISBN 978-960-99850-0-0, πρώτη ἐλεγεία, σελ. 13 καὶ σημ. σελ. 93-94.

[4] Καὶ βεβαίως τὴν εἰκόνα τοῦ ὀλυμπίου κάλλους, ἀρμονίας καὶ μακαριότητος στὴν ἱερὰν ἄλτιν, σμιλεμένην στὸ ἀέτωμα τοῦ ναοῦ τοῦ Διὸς στὴν Ὀλυμπία, στὴν μορφὴν πρὸ παντὸς τοῦ Ἀπόλλωνος. (Ἀλλὰ αὐτὴ ἡ εἰκὼν εὑρίσκεται εἰς τὸ τέλος (μετὰ ἀπὸ ἐπίπονον ἀγῶνα), εἰς τὸ τέλος μὲ τὴν πλήρη μάλιστα ἔννοια τῆς λέξεως (τελείωσις), καὶ ὄχι εἰς τὴν ἀρχήν.)

[5] Χρῆστος Μαλεβίτσης, «Ὁ ἀλαφροΐσκιωτος», ἐφημ. «Ἡ Καθημερινή», 11-2-1989· ἀναδημοσίευσις: «Δοκίμια ἰδεῶν: Ἑκατὸ μικρὰ δοκίμια γιὰ τὸ πνεῦμα τῶν καιρῶν μας», Δωδώνη, Ἀθήνα - Γιάννινα 1993, ISBN 960-248-633-3, σελ. 164-166.

[6] Ἄγγελος Σικελιανός, «Κήρυγμα ἡρωισμοῦ», φιλολογικὴ ἐπιμέλεια Κ. Μπουρναζάκης, Ἴκαρος, 2004, ISBN 960-8399-01-7, σελ. 74-88.

Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2008

Μιὰ ὡραία, ἑλληνικὴ ἐκδήλωσις («Ἴων Δραγούμης καὶ Ἑλληνισμός»)

Τὸ βράδυ τῆς περασμένης Τετάρτης εἶχα τὴν εὐκαιρία νὰ παραστῶ στὴν ἡμερίδα «Ἴων Δραγούμης καὶ Ἑλληνισμός» ποὺ διοργάνωσε τὸ Ἰνστιτοῦτο Ἐθνικῶν καὶ Κοινωνικῶν Μελετῶν «Ἴων Δραγούμης» στὸ Μέγαρο τῆς Παλαιᾶς Βουλῆς. Στὴν αἴθουσα ὅπου ἀγόρευσαν τόσες μεγάλες μορφὲς τοῦ κοινοβουλευτικοῦ μας βίου ἐπὶ ἕναν καὶ μισὸν αἰῶνες, εἴχαμε τὴν εὐκαιρία νὰ ἀκούσουμε γιὰ τὴν ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τῆς ἁγνότερης ἴσως μορφῆς τῆς νεωτέρας πολιτικῆς μας ἱστορίας, τοῦ πολιτικοῦ μὲ τὴν πλέον γνήσια καὶ φιλελεύθερη, ρωμαλέα ἑλληνικὴ σκέψι ποὺ γνώρισε ὁ πολιτικός μας βίος.

Ὅλες οἱ ὁμιλίες θὰ ἀναρτηθοῦν προσεχῶς στὸν δικτυακὸ τόπο τοῦ Ἰδρύματος. Δυὸ-τρεῖς μόνον παρατηρήσεις ἀπὸ ἐμένα.

Κατ᾿ ἀρχάς, ἀξίζουν συγχαρητήρια στοὺς ἐπὶ κεφαλῆς τοῦ Ἰδρύματος, καὶ ἰδιαιτέρως στὸν πρόεδρο, καθηγητὴ Χρίστο Γούδη, γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῆς ἐκδηλώσεως. Τὸ ἐπίπεδο τόσο τῶν ὁμιλητῶν ὅσο καὶ τῶν παρισταμένων (Ἀρχιεπίσκοπος καὶ ἱερωμένοι, βουλευταὶ καὶ πολιτικοί καὶ διπλωμάται, στρατιωτικοὶ καὶ ἀπογόνοι μακεδονομάχων, πανεπιστημιακοί, ἱστορικοὶ καὶ φιλόλογοι, δημοσιογράφοι καὶ ἐπιστήμονες κάθε τομέως καὶ πνευματικοὶ ἄνθρωποι, ἐνεργοὶ πολίτες), ἀλλὰ καὶ ἡ ὅλη ὀργάνωσις, αἴθουσα, ἔντυπο ὑλικό κ.λπ. ἦταν ἐξαιρετικά. Μοναδικὸ πρόβλημα ἡ μὴ αὐστηρὴ τήρησις τοῦ προγράμματος, λόγῳ τοῦ ἐνδιαφέροντος τῶν ὁμιλιῶν.

Ἀξιοκατάκριτος ἡ ἀπουσία τοῦ ἐν ἐνεργείᾳ πολιτικοῦ κόσμου, μὲ ἐξαίρεσι τοὺς βουλευτὲς τοῦ ΛΑ.Ο.Σ. Ἀλλὰ πῶς νὰ παραστοῦν οἱ πολιτικοὶ τῆς μίζας καὶ τῆς διαπλοκῆς, τοῦ «ὅ,τι εἶναι νόμιμο εἶναι ἠθικό», τῆς Ζῆμενς καὶ τοῦ Χρηματιστηρίου, τοῦ Σχεδίου Ἀννάν καὶ τοῦ «θὰ ξεχάσουμε τὸ ὄνομα τῆς Μακεδονίας», τῶν Ἰμίων καὶ τοῦ βιβλίου τῆς Ρεπούση, τῆς λαθρομεταναστεύσεως, τῆς ὑποτέλειας καὶ τοῦ ἐθνομηδενισμοῦ, σὲ ἡμερίδα γιὰ τόν... Ἴωνα Δραγούμη! Νὰ ἀκοῦν γιὰ Ἑλληνισμὸ καὶ παράδοσι καὶ λαϊκὸ πολιτισμὸ καὶ γλῶσσα καὶ ἑλληνικὲς κοινότητες, καὶ κράτος ποὺ ὑπηρετεῖ τὸ Ἔθνος, καὶ Ἔθνος ποὺ σκοπὸ ἔχει τὴν δημιουργία πολιτισμοῦ, καὶ ἀγῶνες καὶ Μακεδονία καὶ Μαρτύρων καὶ Ἡρώων Αἷμα!

Δεύτερον, ἡ ἐπιτυχία τῆς ἐκδηλώσεως καταδεικνύεται ἀπὸ τὸ ὅτι δὲν ἐπρόκειτο οὔτε γιὰ κομματικὴ ἐκδήλωσι, οὔτε γιὰ ἁπλὴ ἀπαγγελία πανηγυρικῶν λόγων καὶ ἐγκωμίων. Παράδειγμα ἡ ὁμιλία τοῦ καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν πατρὸς Γεωργίου Μεταλληνοῦ, γιὰ τὸν Ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό. Ἀντιπαρέβαλε ὁ πατὴρ Γεώργιος τὸν Ἅγιο Κοσμᾶ μὲ τὸν Ἴωνα Δραγούμη, ὑποδεικνύοντας σημεῖα στὰ ὁποῖα ἀντιπαρατίθενται καὶ συγκρούονται οἱ θέσεις καὶ ἡ δράσις τῶν δύο μεγάλων αὐτῶν μορφῶν (κυρίως σὲ σχέσι μὲ τὴν ἑλληνορθόδοξη ἁγιοπατερικὴ παράδοσι), καὶ σημεῖα στὰ ὁποῖα συμβαδίζουν. Κριτικὴ και στὸν Δραγούμη, λοιπόν· κανενὸς εἰδωλοποίησις. Μέσῳ αὐτῶν τῶν ἀντιπαραθέσεων καὶ τοῦ γόνιμου διαλόγου, ὅπως ἐτόνισε καὶ ὁ πατὴρ Γεώργιος, ἐφ᾿ ὅσον στὴν ψυχὴ καὶ τῶν μὲν καὶ τῶν δὲ ὑπάρχει ἡ Ἑλλάδα, ἐπιτυγχάνεται ἡ σύνθεσις, γιὰ τὸ καλὸ τῆς πατρίδος μας.

Ἀναμφιβόλως, τὸ Ἰνστιτοῦτο Ἐθνικῶν καὶ Κοινωνικῶν Μελετῶν «Ἴων Δραγούμης», στὸν λίγο χρόνο τῆς ὑπάρξεώς του, ἔχει ἤδη κατορθώσει νὰ ἀναταράξῃ τὰ λιμνάζοντα νερὰ καὶ νὰ παραγάγῃ φρέσκια πολιτική, ἱστορική, κοινωνική, ἐθνικὴ σκέψι. [Δικτυακὸς τόπος] [Βίντεο ἐκδηλώσεων καὶ ἐκπομπῶν]

Τέλος, θὰ κάνω ἀκόμη μιὰ μνεία στὸ συγγραφικὸ ἔργο τοῦ καθηγητοῦ Χρίστου Γούδη. Σὲ ὅσους παρέστησαν στὴν ἐκδήλωσι μοιράστηκε δωρεὰν ἡ 80σέλιδη ποιητικὴ συλλογὴ τοῦ Χρίστου Γούδη μὲ τίτλο «Ἕλληνες: παῖδες ἐσμὲν καὶ θείας κοινωνοὶ φύσεως» (ἐκδ. «Μέτρον», 2006). Συλλογὴ ἑλληνοκεντρικῶν ποιημάτων τοῦ καθηγητοῦ, ἀλλὰ καὶ ποιητικῶν ἀποδόσεων τοῦ ἰδίου στὴν νέα ἑλληνικὴ ἀποσπασμάτων ἀπὸ τὸν Ὅμηρο, καθὼς καὶ τῆς Ἐπὶ τοῦ Ὄρους Ὁμιλίας τοῦ Ἰησοῦ. Ποιήματα γιὰ τὴν Ὀλυμπία, τὴν Ἀθήνα καὶ τὶς Θερμοπύλες· τὸ Εἰκοσιένα, τὸ Μεσολόγγι, τοὺς Ἕλληνες καὶ τοὺς «Ὡραίους σὰν Ἕλληνες» ὅπου γῆς. Ὡραιότατο.

Ἀντιγράφω (μεταφέροντας στὸ πολυτονικὸ) τὴν εἰσαγωγή:

Ἡ μεγαλωσύνη τῶν ἐθνῶνδὲν μετριέται μὲ τὸ στρέμμα.
Μὲ τῆς καρδιᾶς τὸ πύρωμα μετριέται
καὶ μὲ τὸ αἷμα.
Κωστῆς Παλαμᾶς

Τρεῖς χιλιάδες χρόνια ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ ἑλληνικὴ ἱστορία συμπυκνωμένη στὴ λιτότητα τοῦ ποιητικοῦ λόγου. Χρεῖ λέγειν τὰ καίρια. Στὴν ἐποχή μας τῶν γοργῶν ρυθμῶν, τῆς ἀγχώδους κινητικότητας καὶ τῆς φυγῆς σὲ ἕνα μελλοντικὸ πουθενά, ἡ ἀναγωγὴ στὴν πεμπτουσία τῆς ἑλληνικότητας ἀποτελεῖ ὑπαρξιακὴ πράξη ἀντίστασης ἐνάντια σὲ ἕναν τεχνολογικὸ νεοβαρβαρισμὸ καὶ ἕναν ἀμοραλιστικὸ οἰκονομισμὸ ποὺ δίκην πλημμυρίδος κατακλύζουν τὴ γῆ τῶν προγόνων μας.

Σ᾿ αὐτοὺς ποὺ διατείνονται ὅτι τὴν γλῶσσαν τὴν ἑλληνικὴ οἱ Ποσειδωνιᾶται ἐξέχασαν τόσους αἰῶνας ἀνακατευμένοι μὲ Τυρρηνοὺς καὶ μὲ Λατίνους κι ἄλλους ξένους (Κ. Καβάφης) ἐμεῖς ἀντιστεκόμαστε μὲ μιὰ σύντομη ἐκφορὰ τῶν ἡρωικῶν πράξεων, τῶν μαρτυρικῶν ὁλοκαυτωμάτων καὶ τῶν θείων ἐντολῶν τῶν Ἑλλήνων. Γιατί ἐμεῖς Ἕλληνες ἐσμὲν τὸ γένος ὡς ἥ τε φωνὴ καὶ ἡ πάτριος παιδεία μαρτυρεῖ (Πλήθων Γεμιστὸς) καὶ θείας ἐσμὲν κοινωνοὶ φύσεως (Πέτρου, Ἐπιστολαί). Καὶ ἐπιμένουμε ἀνυποχώρητοι, ὁπλισμένοι μὲ νεανικὸ πεῖσμα, γιατί οἱ Ἕλληνες ἀεὶ παῖδες ἐσμέν, γέρων δὲ Ἕλλην οὐκ ἔστιν (Πλάτων). Καὶ ὡς ἐλάλησεν ὁ αἰνικτής: παιδὸς ἡ βασιληίη...

Χρίστος Γούδης
30 Νοεμβρίου 2005
τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα
Πάτρα

Καὶ τὸ πρῶτο ποίημα ἀπὸ τὴν συλλογή:

Η ΚΙΒΩΤΟΣ

Τὴν κιβωτὸ τῆς μοίρας μας
Δὲν τήνε φτιάξαμε ἀπὸ ξύλο
Καὶ δὲν τὴν ρίξαμε στὴ θάλασσα

Δὲν τὴ γεμίσαμε μ᾿ ὅλα τὰ ζωντανὰ τῆς φύσης
Καὶ δὲν στείλαμε περιστέρι
Γιὰ νὰ χαθεῖ στὴν καταιγίδα
Ἢ νάρθει πίσω ὁδοδείκτης τῆς γαλήνης.

Τὴν κιβωτὸ τῆς μοίρας μας
Τὴν φτιάξαμε ἀπὸ μάρμαρο πεντελικὸ
Καὶ πνεῦμα ἁρμονίας καὶ κολῶνες

Καὶ τήνε στήσαμε στὸ βράχο
Νὰ ἀγναντεύει τὸν γαλάζιο ὁρίζοντα
Μέσ᾿ ἀπὸ τὰ γαλάζια μάτια της ἡ κουκουβάγια

Καὶ νὰ φωλιάζει στὰ ἐρείπια αὐτῆς τῆς γῆς
Καὶ νὰ θρηνεῖ τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴ μοναξιὰ
Τῆς δόξας ποὺ ἦταν κάποτε ἡ Ἑλλάδα

Καὶ νὰ προσμένει τὴν μεγάλη ἐπιστροφὴ
Μέσ᾿ ἀπ᾿ τὰ βάθη τῆς δικῆς μας πολυτάραχης Ἀνατολῆς
Γιὰ νὰ σηκώσει πάλι ὑψηλὰ
Τὸν φωτοδότη Ἥλιο τῶν Ἑλλήνων

* * *

Ἄρθρα γιὰ τὸν Ἴωνα Δραγούμη:
+ Χρῆστος Χαρίτος, «Ἴων Δραγούμης: ὁ Ἑλληνικὸς Ἐθνικισμὸς στὴν καθαρή του μορφή», «Ἑλληνικὲς Γραμμές», 28-7-2008.
+ Γιῶργος Πισσαλίδης, «Ἴων Δραγούμης: ὁ πατέρας τοῦ Ἑλληνικοῦ ἐθνικισμοῦ», «Ἑλληνικὲς Γραμμές», 2002.

Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2007

Διπλωματικὰ ἐφόδια γιὰ τὸ Μακεδονικό: Μιὰ προφητικὴ φωνή, ἑκατὸ χρόνια πρίν

Ἔγραφε ὁ Προφήτης τοῦ Ἑλληνισμοῦ Περικλῆς Γιαννόπουλος πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ ἀκριβῶς χρόνια («Ἔκκλησις πρὸς τὸ Πανελλήνιον Κοινόν», 1907):

Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΡΧΙΖΕΙ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Ντροπή Σας νὰ συζητᾶτε μὲ τὸν Σκυλόφραγκο ἂν ἡ Μακεδονική Σας Γῆ εἶναι Δική Σας Γῆ. Καὶ νὰ τὸν πείσης, δὲν τὸν πείθεις τὸν Ληστή. Ἢ μόνος του ἢ μὲ Σμπίρους βαλτούς θὰ προσπαθήση νὰ Σᾶς πάρη κάθε Γῆ.

Οἱ Πολιτισμοὶ ποὺ Σᾶς ἔμαθαν οἱ Δασκαλοτσούτσηδες νὰ προσκυνᾶτε μπρούμητα Σᾶς καμπανίζουν κατάμουτρα μὲ ἄγρια χαστούκια: Η ΜΟΝΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΠΑΘΙ.

Καὶ εἶναι ἀνήθικον καὶ ἄσκοπον καὶ τὸ νὰ Σᾶς δώσουν καὶ τὸ νὰ δεχθεῖτε τί. Καὶ νὰ Σᾶς δώσουν, ἂν εἶσθε Σάπιοι, ὁ πρῶτος δυνατὸς θὰ Σᾶς τὸ πάρη. Τὸ Ἠθικὸν εἶναι ἂν εἶσθε Σάπιοι, νὰ Σᾶς ξεπ
ατώσουν καὶ καθαρίσουν τὴ Γῆ. Φυλᾶτε τὴ Γῆ Σας καὶ τὴν Τιμή της μόνο μὲ Σπαθί.

Πάψετε Σαπιοδάσκαλοι καὶ Σαπιορήτορες -ΑΝΑΦΟΡΑΤΖΗΔΕΣ- νὰ ἐξευτελίζετε τὴ Φυλή. Πάψετε Παλιόγρηες τὶς κλάψες, τὰ σάλια, τὰ μελάνια καὶ πιάστε τὸ ΣΠΑΘΙ.

ΤΑ πάντα στὴ Ζωή - Η ΦΥΣΙΣ ΤΟ ΛΕΕΙ - κατακτῶνται μὲ τὸ ΣΠΑΘΙ. Καὶ ἔτσι εἶναι καὶ μόνο ἔτσι ΠΡΕΠΕΙ νὰ εἶναι.
Τότε λοιπόν, ὅτε ἐτελειώθη διὰ τῶν Ἀθηνῶν τὸ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΙΔΑΝΙΚΟΝ, τότε μόνον ἡ ὥρα σημαίνει διὰ νὰ ἀρχίσῃ Πραγματικῶς... ἡ Ἑλλ. Ἱστορία. Ἡ ἀληθῶς τρισμεγίστη Ἀποστολὴ τοῦ Ἕλληνος εἰς τὸν Κόσμον. Καὶ ἡ Ιστορία αὐτὴ εἶναι:

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΞΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΗΣ


Καὶ ὁ ἀδελφικὸς φίλος καὶ Ἀπόστολος τρόπόν τινα τοῦ Γιαννόπουλου, ὁ Ἴων Δραγούμης, ψυχὴ τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνος, ἔγραφε τὴν ἴδια ἐποχὴ στὸ δικό του ἐγερτήριο σάλπισμα, τὸ «Μαρτύρων καὶ Ἡρώων αἷμα» (ἐπίσης 1907!):

«Νὰ ξέρετε πὼς ἂν τρέξουμε νὰ σώσουμε τὴν Μακεδονία, ἡ Μακεδονία θὰ μᾶς σώσει. Θὰ μᾶς σώσει ἀπὸ τὴν βρῶμα ὅπου κυλιούμαστε, θὰ μᾶς σώσει ἀπὸ τὴν μετριότητα καὶ ἀπὸ τὴν ψοφιοσύνη, θὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὸν αἰσχρὸ τὸν ὕπνο, θὰ μᾶς ἐλευθερώσει. Ἂν τρέξουμε νὰ σώσουμε τὴν Μακεδονία, ἐμεῖς θὰ σωθοῦμε».


Ἔχοντας αὐτὰ τὰ πνευματικὰ ἐφόδια, καὶ μὲ αὐτὴν τὴν ἀφετηρία, νὰ συζητήσουμε κάθε ἄποψι ποὺ κίνητρο ἔχει ἀγαθὸ τὸ συμφέρον τῆς Πατρίδος, καὶ τοῦ Χρύσανθου Λαζαρίδη καὶ τοῦ Γιώργου Καραμπελιᾶ καὶ τοῦ Ἰωάννη Γιαννάκεννα, καὶ νὰ διαπραγματευθούμε μὲ συμμάχους καὶ ἀντιπάλους, καὶ νὰ ἀγωνισθοῦμε καὶ στοὺς δρόμους καὶ στὰ διεθνῆ φόρα καὶ παντοῦ.


Σημείωσις:
Ἡ εἰκόνα τοῦ Περικλῆ Γιαννόπουλου εἶναι ἀπὸ τὸ ἐξώφυλλο τοῦ περιοδικοῦ «Τρίτο Μάτι», τ. 107, Νοέμ. 2002.

Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2007

Ἡ Σαμοθράκη τοῦ Ἴωνα Δραγούμη

Πετεφρῆς, ἔγραψε ἕνα κείμενο μὲ συνεχὴ γραφή, χωρὶς σημεῖα στίξεως. Ὁ Ἀ.Φ., σὲ μιὰ συζήτησι, ἀνέφερε παραδείγματα αὐτοῦ τοῦ τρόπου γραφῆς τοῦ Τζόυς καὶ τοῦ Φώκνερ.

Ἐγὼ, ὅμως, θυμήθηκα τὴν «Σαμοθράκη» τοῦ Ἴωνα Δραγούμη.

Ὁ Δραγούμης, ἀκολουθώντας τὸν Περικλῆ Γιαννόπουλο, ἐκφράζει στὴν «Σαμοθράκη» μὲ τὸν πιὸ πηγαῖο τρόπο, τὸν γνήσιο, ἔνσαρκο, φυσικὸ πατριωτισμό. Σὰν νὰ εἶναι ὁ ἴδιος παιδὶ τῆς πανάρχαιας γῆς μας, χῶμα ἀπὸ τὸ χῶμα της, πέτρα ἀπὸ τὴν πέτρα της, ριζωμένος βαθειὰ στὰ σπλάχνα τῆς γῆς καὶ στοὺς αἰῶνες τῆς ἱστορίας της! (Καὶ αὐτὸν τὸν πατριωτισμό, σάρκα ἀπὸ τὴν σάρκα μας καὶ γῆ ἀπὸ τὴν γῆ μας, φαιδρὰ νεοταξικὰ κύμβαλα τοῦ εἴδους Λιάκου, Ρεπούση κ.ἄ. ἔχουν τὴν φαντασίωσι ὅτι μποροῦν νὰ τὸν ξεριζώσουν, οἱ ἀνόητοι!)

(Ὁ Γιαννόπουλος θὰ γράψει στὸν φίλο του, Δραγούμη (1909): «Φίλε! Τί ἀττικότατο ἄνθος ἡ «Σαμοθράκη»! Πῶς χαίρομαι σὰ Νύφη! Τί εὐγενὴς ἀφέλεια καὶ ἁπλότης! Καὶ λέγουν ὅτι ἐπέθανε ἡ ἀττικότης! Γιατὶ νὰ μὴ μεταφρασθῆ στὴ Berne τοῦ Finot λ.χ.; Τότε θὰ ἐβλέπατε τὶ εἶνε καὶ τὶ ἐντύπωσι θὰ ἔκαμνε μέσα στὰ κουρασμένα καὶ ἐκζητημένα παστά τους γραψίματα.»)

Ἀντιγράφω ἀπὸ τὸ πολὺ καλῶς ἐπιμελημένο «Ἴων Δραγούμης - Τὸ ἀνθολόγιο τοῦ «Νουμᾶ» (Ἐπίμετρο: ἐννέα ἐπιστολὲς τοῦ Περικλῆ Γιαννόπουλου στὸν Ἴωνα Δραγούμη)· εἰσαγωγὴ-σχόλια: Στέφανος Μπεκατῶρος», τοῦ Στέφανου Μπεκατώρου (ἐκδ. «Ἐναλλακτικὲς Ἐκδόσεις», 2002, ISBN 960-427-074-5) (Στὸ βιβλίο χρησιμοποιεῖται ἡ γνήσια Ἑλληνικὴ γραφή (πολυτονικό).):

«
Γράφει στὴν «Σαμοθράκη» (1909):

«Ὅταν ἀρχίζω νὰ πελαγώνω μὲς στὶς ἰδέες μου ἢ ὅταν ἀρχίζει νὰ στερεύει τὸ μυαλό μου, πιάνω μιὰ πέτρα, ἕνα δέντρο, τὸ χῶμα, γιὰ νὰ βεβαιωθῶ πὼς δὲν παραστρατίζω ἢ πῶς παραστρατίζω. Γι᾿ αὐτὸ καταπιάνομαι καὶ σ᾿ ἐνέργειες μέσα στοὺς ἀνθρώπους. Ἡ ἐνέργεια εἶναι ἀνάγκη γιὰ νὰ χάνομαι, εἶναι ἀνάγκη καὶ γιὰ νὰ μὴ στερεύει ἡ σκέψη μου. Τὸ μυαλό μου κουνιέται ὅπως πρέπει, ὅταν ἐνεργῶ, καὶ τότε ἡ σκέψη φωτίζει τὴν ἐνέργειά μου καὶ αὐτὴ πάλε κανονίζει τὴ σκέψη μου.»

[Σημ. ἡμετέρα: Παράβαλε καὶ «Στὴν Πόλη» («Νουμᾶς», 1905): «Πῶς ξέρουν καὶ μπερδεύουν τὴ ζωὴ οἱ ἄνθρωποι! Θὰ ἦταν τόσο ἁπλὴ χωρὶς αὐτούς, καὶ τόσο βαθύτερη, καὶ τόσο πιὸ ἀληθινή! Θὰ ἤμουν σὰν τὸ κῦμα, θὰ ἤμουν σὰν τὸ χορτάρι καὶ σὰν τὸν ἄνεμο καὶ σὰν τὸ βράχο. Δὲν εἶμαι ἄνθρωπος [...]»]

[...] Θὰ παραθέσω ἕνα μεγάλο ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν «Σαμοθράκη»· εἶναι οἱ δυὸ τελευταῖες σελίδες καὶ εἶναι γραμμένες μ᾿ ἕναν τρόπο πολὺ προχωρημένο γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη (1909), δὲν ἔχει τελεῖες μήτε παραγράφους μοιάζει μὲ περιπαθὲς παραλήρημα ποὺ τὸ διαβάζει μὲ πολὺ μεγάλη ἀπόλαυση κανεὶς κρατώντας τὴν ἀναπνοή του και σ᾿ αὐτὸ μέσα περνάει ὅλη ἡ φύση τοῦ νησιοῦ ἡ πανίδα καὶ ἡ χλωρίδα του τα τοπία τα βουνά και τα υπόγεια ὕδατά του ἀκόμη καὶ τὰ ὀρυκτά του καὶ ἡ σχέση τῶν ἀνθρώπων μὲ τὴν φύση καὶ τὸ ἱερὸ καὶ ἡ μυθολογία καὶ ἡ ἱστορία του ἀλλὰ καὶ ἡ ἱστορία τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ ὁ χρόνος ἐδῶ εἶναι κινηματογραφικὸς ποιητικὸς μὲ προβολὲς πίσω (flash back) γιὰ νὰ ἀκούγεται βαρὺς καὶ ρυθμικὸς ὁ βηματισμὸς τῆς αἰωνιότητας:

«[...] Τὸ νησὶ μὲ τοὺς γκρεμοὺς καὶ τὰ μεγάλα μυτερὰ βράχια, τὰ βουνὰ τὰ ἀπάτητα, τά ἄγρια κατατόπια, τὶς ἔρημες ἀκρογιαλιές, τὶς σπηλιές, τὶς βαθιὲς ρεματαριές, τὶς κακὲς πλαγιὲς καὶ ράχες, τὰ γίδια καὶ τὰ ἀγριοκάτσικα πηδώντας στὰ κατσάβραχα, τὰ ἀγριεμένα ἄλογα καὶ δέντρα, τοὺς σκλάβους ἀνθρώπους, τὸ ψῆλος τοῦ μεγάλου βουνοῦ, ποὺ θὰ ἦταν ἴσως κάποτε ἡφαίστειο καὶ ἀπὸ τὴν κορφή του ἀνοίγεται ἁπλόχωρη μιὰ θέα, φανταχτερή, γύρω τριγύρω στὴ μεγάλη νησοσπαρμένη θάλασσα καὶ στὴ στεριὰ τὴ μακρινή, καὶ τὸ κάθε ὄνομα τοῦ κάθε τόπου εἶναι γνώριμο καὶ μουρμουρίζει γνωστὰ καὶ μαγεμένα λόγια καὶ τραγουδεῖ γνωστοὺς καὶ μυστηριώδικους παλιοὺς σκοπούς, Αἰγαῖο, Θράκη, Σαμοθράκη, Ροδόπη, Πελασγοί, Ἕλληνες, Ὀρφέας, Κάβειροι, Ποσειδώνας - στὸ νησὶ μὲ τὴν Παλιάπολη, ποὺ βρῆκαν τὴν πάγκαλη, πολύτιμη Νίκη, κουτσουρεμένη ἀπὸ τὰ χρόνια τὰ βάρβαρα, καὶ τὴν ἅρπαξαν ξένοι στὰ ξένα κι εὑρῆκαν τὰ θέμελα πεσμένων ναῶν καὶ τοίχους, τείχη πελασγικά, Ἑλληνικὰ καὶ ρωμαϊκὰ καὶ τοίχους βυζαντινοὺς καὶ πύργους βυζαντινοὺς καὶ γενοβέζικους, - στὸ νησὶ ὅλων τῶν καιρῶν, ἀπὸ τότε ποὺ ἡφαίστειο ξεπρόβαλε ἀπὸ τὸ πέλαγο καὶ ὑψώθηκε μονομιᾶς κατὰ τὸν οὐρανὸ καὶ ἔσβησε καὶ σωριάστηκε καὶ πετρώθηκε, μὴ μπορώντας ψηλότερα νὰ ἀνεβεῖ, κι ἔγινε γῆς πλούσια ἀπὸ μέταλλα, βρύσες ζεστὲς καὶ κρύες, κατάμαυρες σπηλιές, κακοτοπιὲς καὶ βράχια καὶ πλούσια ἀπὸ φυτά, φυτρώνοντας ἄθελα στὸ πλούσιο χῶμα, καὶ γέννησε τ᾿ ἀγριοκάτσικα, τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς Καβείρους, ποὺ παίζανε μυστικὰ μὲ τὶς φωτιὲς καὶ τὶς θαλασσοφουρτοῦνες καὶ ἔπλασαν μιὰ θρησκεία - στὸ νησί, ποὺ ἔρχονταν ἀπ᾿ ὅλες τὶς πολιτεῖες Ἕλληνες νὰ μυηθοῦν στὰ μυστήρια τῶν μεγάλων θεῶν νὰ μάθουν καὶ αὐτοί, οἱ λαχταρισμένοι, οἱ ποθοπλανταγμένοι, νὰ μάθουν ἐκεῖνα ποὺ ποθούσαν νὰ μάθουν, τὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου καὶ τὸ τέλος, οἱ διψασμένοι, οἱ τρελοί οἱ Ἕλληνες, οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι, ἄνθρωποι θεοί, γιατὶ κατέβασαν τοὺς θεοὺς στὴ γῆ καὶ τοὺς ἔκαμαν ὅμοιους μὲ τὸν ἑαυτό τους καὶ ὕστερα κουράστηκαν κι αὐτοὶ καὶ ἦρθαν ἄλλοι νὰ προσκυνήσουν τοὺς προστάτες θεούς, ποὺ τοὺς παραστέκονταν στὰ πολιτικά τους καμώματα, καὶ ὕστερα ἀπόστασαν καὶ οἱ μεγάλοι θεοὶ οἱ ἴδιοι καὶ χύμηξαν τὰ κύματα τοῦ χριστιανισμοῦ καὶ τοὺς σάρωσαν καὶ μπῆκαν στὴ θέση τους ἅγιοι μὲ εἰκόνες καὶ ξεφύτρωσαν χίλιες ἐκκλησίες καὶ παρεκκλήσια στὸ νησὶ καὶ γέμισε ἡ πολιτεία καὶ οἱ ἐρημιὲς ἀπὸ ἐκκλησιές, ξωκλήσια καὶ ρημοκλήσια καὶ ἀπὸ τὶς ἐκκλησιὲς αὐτὲς μοναχὰ ἐννιακόσιες ἐννενήντα ἐννιὰ βρίσκονται καὶ ἡ χιλιοστὴ ἀκόμα νὰ βρεθεῖ μὲ τοὺς ἀρίφνητους κρυμμένους θησαυρούς της, - στὸ νησί, ποὺ εἶδε κι αὐτὸ τοὺς Ρωμαίους νὰ γίνονται Βυζαντινοὶ καὶ τοὺς Φράγκους ἀπὸ τοὺς Βυζαντινοὺς νὰ τὸ ἀρπάζουν καὶ τοὺς διψοαίματους Τούρκους νὰ τὸ παίρνουν ἀπὸ τοὺς Φράγκους, τοὺς Τούρκους, ποὺ ἀκόμα καὶ τώρα τὸ ὁρίζουν, - στὸ νησί, ποὺ μ᾿ ἕναν ψευτοσηκωμὸ κατεπάνω στοὺς τυράννους βοήθησε κι αὐτὸ νὰ γίνει ἡ τωρινὴ Ἑλλάδα, γιατὶ ἂν δὲν εἶχε κουνηθεῖ κι αὐτὸ θὰ ἦταν ἕνας σηκωμὸς καὶ χαλασμὸς λιγότερος γιὰ νὰ συγκινήσει τὴ φιλελληνικὴ Εὐρώπη, - στὸ νησὶ αὐτό, ποὺ εἶδε σφαγὲς καὶ χαλασμοὺς καὶ πειρατὲς καὶ καταχτητὲς καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους νὰ περνοδιαβαίνουν καὶ εἶδε καὶ ἔζησε τὴν ἱστορία ὅλη ἑνὸς ἔθνους, - στὸ νησὶ αὐτό, ποὺ στὴν ἄπειρη ἡσυχία του σὰ νὰ ἀκούγεται τώρα ή αἰωνιότητα νὰ περνᾶ, - στὸ τιμημένο αὐτὸ νησὶ μποροῦσα νὰ εἶχα γεννηθεῖ κι ἐγώ, ἀφοῦ τὸ κατοικοῦν ἄνθρωποι τῆς φυλῆς μου.»
»
Λέξεις-κλειδιὰ γιὰ τὸ Google: Ίων Δραγούμης, Σαμοθράκη, Νουμάς, Περικλής Γιαννόπουλος, Στέφανος Μπεκατώρος, ελληνοκεντρισμός

Τρίτη 15 Αυγούστου 2006

Πνευματώδη τε καὶ θελξίπικρα

Πνευματώδη...

Tὸ θαυμάσιο καὶ ἐνημερωτικότατο Ἀντίβαρο, πραγματικὸ ἀντίδοτο στὴν ἰδιωτεία, κυκλοφορεῖ στὸ πολυτονικό.

Ἔλλογος γράφει στὸ πολυτονικό («Ἡ δημιουργία τῆς σελίδας αὐτῆς δὲν ἔχει ὡς ἐφαλτήριο τὴν προγονοπληξία ἤ τὴν λατρεία κάποιων ὑποτιθέμενων ἰαματικῶν ἰδιοτήτων τοῦ πολυτονικοῦ. Σκοπὸς της εἶναι τὸ παιχνὶδι μὲ τὴν πολυτονικὴ γραφὴ καὶ τὴν εἰκαστικότητά της.») Διαβάζοντας ἐγώ, τώρα, ὅτι «Ὁ Καλλίμαχος ὑπήρξε, τρόπῳ τινά, ὁ μέντοράς μου. Ἀπό τὴν δική του σελίδα εμπνεύστηκα.», πρὸς στιγμήν τρόμαξα· ἀμάν, πῆρα κόσμο στὸν λαιμό μου! Ἀλλὰ δὲν μπορῶ νὰ μὴν πῶ ὅτι δὲν κολακεύθηκα κιόλας.

Ι.Χ.Θ.Υ.Σ. Ἕνα ὡραῖο (πολυτονικό - καὶ τὸ ὅτι εἶναι πολυτονικὸ δὲν εἶναι τὸ σημαντικότερο) ἱστολόγιο.

Οἱ ἱστοσελίδες τοῦ κ. Νεκταρίου Μαμαλούγκου (Ἑλληνικὴ Ἱστορία, Ὀρθοδοξία, Ἐπιστῆμες, Τέχνες κ.ἄ.), ὁ δικτυακὸς τόπος τοῦ πρώην Προέδρου τῆς Δημοκρατίας κ. Χρήστου Σαρτζετάκη, ἡ «Μυριόβιβλος» (Ψηφιακὴ Βιβλιοθήκη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος) καὶ ὁ δικτυακὸς τόπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, εἶναι μερικὰ ἀκόμη παραδείγματα πολυτονικῆς καλαισθησίας καὶ σεβασμοῦ στὴν γλωσσική μας κληρονομιά.


...και θελξίπικρα

Ἔγραφα τὶς προάλλες γιὰ τὸν θελξίπικρον φραπέ. Κατὰ τ᾿ ἄλλα, δὲν εἶμαι καὶ τόσον φανατικὸς ὀπαδὸς τοῦ καφέ, ἀλλὰ βεβαίως τὸν ἀπολαμβάνω· ἄλλωστε συνηγορεῖ καὶ αὐτὸς ὁ Ἴων Δραγούμης:

«Τὸ νερὸ μὲ τὸ γλυκὸ τοῦ κουταλιοῦ, ἡ ἀνατολίτικη συνήθεια, καὶ ὁ καφὲς εἶναι ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες μικρὲς χαρὲς τῆς καθημερινῆς ζωῆς, καὶ ἡ πρώτη ἀπόλαψη ποὺ ἀποζητοῦμε μόλις σηκωθοῦμε ἀπὸ τὸν ὕπνο. [...] Καὶ μιὰ γλάστρα μὲ βασιλικὸ μπορεῖ νὰ συμβολίζει τὴν ψυχὴ τοῦ ἔθνους καλλίτερα ἀπὸ ἕνα δράμα τοῦ Αἰσχύλου.» («Ἑλληνικὸς Πολιτισμός», 1914.)

Μάλιστα.

Εἰς τὸ ἄρθρον μου ὀμιλῶ γιὰ δύο-τρεῖς ἐμφανίσεις τῆς λέξεως «θελξίπικρος»· ἀπὸ τότε, βεβαίως, πολλαπλασιάστηκαν, ὅπως ἁπλὸν γούγλισμα μπορεῖ νὰ δείξει. Ἡ σπορὰ λοιπὸν τοῦ Κ. Ζουράρι καὶ τοῦ Π. Μπουκάλα ἔπιασε! Γιὰ δὲ τὸ ἰδικόν μου δημοσίευμα ἐπαινέθηκα ἀρκούντως, σήμερα, ὅμως, κολακεύθηκα περισσότερο, ἀνακαλύπτοντας ὅτι, ἀνήμερα τῆς ἡμέρας τῶν ἐρωτευμένων, ἄγνωστη τις Δήμητρα ἐθεώρησε καλὸν νὰ χρησιμοποιήσει αὐτούσια μία φράση μου σέ σχόλιό της σὲ ἄλλο ἱστολόγιον ἐδῶ. Σᾶς διαβεβαιῶ ὅτι, πρῶτον, δὲν ὑπέγραψα ἐγὼ ὡς Δήμητρα, δεύτερον, δὲν ζητῶ «πνευματικὰ δικαιώματα»! Ποιὸς ξέρει μάλιστα, ἴσως ἡ ἄγνωστη Δήμητρα ἐσυγκίνησεν καὶ ἄγνωστον ἱππότην μὲ τὴν φράσιν αὐτήν· ἔχω λοιπὸν τὴν φαντασίωσιν ὅτι μπορεῖ καὶ νὰ ἐλειτούργησα, κάπου κάποτε, ὥς Σιρανὸ ντὲ Μπερζεράκ. (Σᾶς διαβεβαιῶ, πάντως, ὅτι δὲν ὁμοιάζω τοῦ Ζερὰρ Ντεπαρντιέ.) Ἐνδιαφέρον ποὺ ἔχουν οἱ δικτυακὲς διαδρομὲς τῶν λέξεων!